1. Λέξη
    σεμνός (επίθετο) - (παρόμοια: σεμνή - σεμνότητα - σεμνότυφος)
  2. Συνώνυμα
    • ευγενικός
    • αξιοπρεπής
    • σεβαστός
    3
  3. Αντώνυμα
    • ασεβής
    • αγενής
    • απρεπής
    3
  4. Ορισμός
    • που χαρακτηρίζεται από σεβασμό και αξιοπρέπεια
    • που δείχνει ευγένεια και τάξη
    • που επιβάλλει σεβασμό λόγω της σοβαρότητας ή της αξιοπρέπειάς του
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο σεμνός τρόπος συμπεριφοράς του τον έκανε να ξεχωρίζει.
    • Η σεμνή ενδυμασία της ταίριαζε στην επίσημη τελετή.
    • Έδειξε σεμνή συμπεριφορά απέναντι στους ηλικιωμένους.
    3