Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σεμνός (επίθετο) - (παρόμοια:
σεμνή
-
σεμνότητα
-
σεμνότυφος
)
Συνώνυμα
ευγενικός
αξιοπρεπής
σεβαστός
3
Αντώνυμα
ασεβής
αγενής
απρεπής
3
Ορισμός
που χαρακτηρίζεται από σεβασμό και αξιοπρέπεια
που δείχνει ευγένεια και τάξη
που επιβάλλει σεβασμό λόγω της σοβαρότητας ή της αξιοπρέπειάς του
3
Παραδείγματα
Ο σεμνός τρόπος συμπεριφοράς του τον έκανε να ξεχωρίζει.
Η σεμνή ενδυμασία της ταίριαζε στην επίσημη τελετή.
Έδειξε σεμνή συμπεριφορά απέναντι στους ηλικιωμένους.
3