1. Λέξη
    σμηναγός (ουσιαστικό) - (παρόμοια: επισμηναγός - υποσμηναγός)
  2. Συνώνυμα
    • εκπαιδευτής
    • γυμναστής
    • προπονητής
    3
  3. Αντώνυμα
    • μαθητής
    • ασκούμενος
    2
  4. Ορισμός
    • Πρόσωπο που εκπαιδεύει και καθοδηγεί, ειδικά σε στρατιωτικό ή αθλητικό πλαίσιο.
    • Εκπαιδευτής που είναι υπεύθυνος για την εκπαίδευση νέων στρατιωτών.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο σμηναγός οδήγησε τους νέους στρατιώτες στην πρώτη τους άσκηση.
    • Στο στρατόπεδο, ο σμηναγός ήταν υπεύθυνος για την εκπαίδευση του λόχου.
    2