Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σπάνιος (επίθετο) - (παρόμοια:
σπάνια
)
Συνώνυμα
ασυνήθιστος
σπανιότατος
εξαιρετικός
3
Αντώνυμα
συχνός
κοινός
συνηθισμένος
3
Ορισμός
Που εμφανίζεται ή συμβαίνει με μεγάλες χρονικές διαστήματα.
Που δεν συναντάται συχνά ή είναι δύσκολο να βρεθεί.
2
Παραδείγματα
Ο σπάνιος μετεωρίτης έκανε μεγάλη εντύπωση στους επιστήμονες.
Η σπάνια ευκαιρία να επισκεφτείς αυτό το νησί δεν πρέπει να χαθεί.
2