1. Λέξη
    σταυροφορία (ουσιαστικό) - (παρόμοια: πληροφορία)
  2. Συνώνυμα
    • θρησκευτική εκστρατεία
    • ιερός πόλεμος
    • αγώνας πίστης
    3
  3. Αντώνυμα
    • ειρήνη
    • συμφιλίωση
    2
  4. Ορισμός
    • Στρατιωτική εκστρατεία με θρησκευτικό χαρακτήρα, ιδιαίτερα αυτές που οργανώθηκαν από τους Χριστιανούς της Δυτικής Ευρώπης κατά τον Μεσαίωνα για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων.
    • Κατά μέταφορα, οποιαδήποτε προσπάθεια ή κίνημα με ιδεαλιστικούς σκοπούς.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η πρώτη σταυροφορία ξεκίνησε το 1096 με σκοπό την απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ.
    • Ο αγώνας του για τα ανθρώπινα δικαιώματα ήταν μια πραγματική σταυροφορία.
    2