Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συγκυβερνήτης (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κυβερνήτης
)
Συνώνυμα
συνδιοικητής
συνκυβερνήτης
συνεργάτης
3
Αντώνυμα
μονοκυβερνήτης
αυτοκράτορας
2
Ορισμός
Αυτός που κυβερνά μαζί με άλλο ή άλλους.
Πρόσωπο που μοιράζεται την εξουσία με άλλο πρόσωπο ή πρόσωπα σε μια κυβέρνηση ή οργανισμό.
2
Παραδείγματα
Ο πρόεδρος και ο πρωθυπουργός ήταν συγκυβερνήτες της χώρας.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, δύο πολιτικοί μπορούν να λειτουργήσουν ως συγκυβερνήτες.
2