Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συμπόνοια (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
συμπόνια
-
υπόνοια
-
συμπόσιο
)
Συνώνυμα
συμπάθεια
ενσυναίσθηση
κατανόηση
3
Αντώνυμα
αδιαφορία
αποξένωση
ψυχρότητα
3
Ορισμός
Η αίσθηση της κατανόησης και της συμμετοχής στα πάθη και τις δυσκολίες ενός άλλου ατόμου.
Η ικανότητα να νιώθει κανείς τον πόνο ή τη θλίψη ενός άλλου και να επιθυμεί να τον ανακουφίσει.
2
Παραδείγματα
Η συμπόνοια της κοινότητας ήταν εμφανής μετά την τραγωδία.
Έδειξε μεγάλη συμπόνοια στον φίλο του που έχασε τη δουλειά του.
2