1. Λέξη
    συνετός (επίθετο) - (παρόμοια: συνειδητός - συνεργός - συνεταιρισμός - συνεταίρος)
  2. Συνώνυμα
    • έξυπνος
    • οξύνους
    • φρόνιμος
    3
  3. Αντώνυμα
    • ανόητος
    • βλάκας
    • χαζός
    3
  4. Ορισμός
    • Έχει την ικανότητα να καταλαβαίνει και να σκέφτεται γρήγορα και αποτελεσματικά.
    • Εμφανίζει σοφία και καλή κρίση σε πρακτικά ζητήματα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο συνετός άνθρωπος σκέφτεται πριν μιλήσει.
    • Η συνετή απόφαση του έσωσε την εταιρεία από μεγάλη ζημιά.
    2