Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συντάσσω (ρήμα) - (παρόμοια:
συντάκτης
)
Συνώνυμα
συνδυάζω
οργανώνω
διατάσσω
3
Αντώνυμα
αποσυνθέτω
χαλαρώνω
αποδιοργανώνω
3
Ορισμός
να οργανώσεις ή να τακτοποιήσεις κάτι με συγκεκριμένη σειρά ή μορφή
να γράψεις ή να δημιουργήσεις ένα έγγραφο, ένα κείμενο ή μια δήλωση
να συνδυάσεις διάφορα στοιχεία για να δημιουργήσεις ένα ολοκληρωμένο σύνολο
3
Παραδείγματα
Ο δάσκαλος μας ζήτησε να συντάξουμε μια έκθεση για τις διακοπές μας.
Η επιτροπή θα συντάξει το τελικό πόρισμα μετά από συζήτηση.
Πρέπει να συντάξουμε μια λίστα με τα απαραίτητα υλικά για το εργαστήριο.
3