1. Λέξη
    σφαγείο (ουσιαστικό) - (παρόμοια: σφαγή)
  2. Συνώνυμα
    • σκοτωμός
    • μακελειό
    • σφαγή
    3
  3. Αντώνυμα
    • ελευθερία
    • ασφάλεια
    • σωτηρία
    3
  4. Ορισμός
    • Ο τόπος όπου γίνεται σφαγή ζώων για τροφή.
    • Ο χώρος όπου εκτελούνται πολλοί άνθρωποι, συνήθως σε πολεμικές ή βίαιες καταστάσεις.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το σφαγείο της πόλης βρίσκεται στην περιφέρεια για λόγους υγιεινής.
    • Η μάχη μετατράπηκε σε πραγματικό σφαγείο με εκατοντάδες νεκρούς.
    2