Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σύνθετος (επίθετο) - (παρόμοια:
σύνθεση
)
Συνώνυμα
πολύπλοκος
συμπλεγμένος
μικτός
3
Αντώνυμα
απλός
ασύνθετος
στοιχειώδης
3
Ορισμός
που αποτελείται από πολλά μέρη ή στοιχεία
που χαρακτηρίζεται από πολυπλοκότητα ή δυσκολία στην κατανόηση
που προκύπτει από τον συνδυασμό διαφορετικών στοιχείων
3
Παραδείγματα
Η σύνθετη φύση του προβλήματος απαιτεί ειδική αντιμετώπιση.
Ένα σύνθετο μόριο αποτελείται από πολλά άτομα.
Η σύνθετη μουσική του έργου εντυπωσίασε το κοινό.
3