1. Λέξη
    σύνθετος (επίθετο) - (παρόμοια: σύνθεση)
  2. Συνώνυμα
    • πολύπλοκος
    • συμπλεγμένος
    • μικτός
    3
  3. Αντώνυμα
    • απλός
    • ασύνθετος
    • στοιχειώδης
    3
  4. Ορισμός
    • που αποτελείται από πολλά μέρη ή στοιχεία
    • που χαρακτηρίζεται από πολυπλοκότητα ή δυσκολία στην κατανόηση
    • που προκύπτει από τον συνδυασμό διαφορετικών στοιχείων
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η σύνθετη φύση του προβλήματος απαιτεί ειδική αντιμετώπιση.
    • Ένα σύνθετο μόριο αποτελείται από πολλά άτομα.
    • Η σύνθετη μουσική του έργου εντυπωσίασε το κοινό.
    3