Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τυπικός (επίθετο) - (παρόμοια:
τυπικότητα
-
τοπικός
-
τροπικός
-
επικός
)
Συνώνυμα
συμβατικός
συνηθισμένος
κανονικός
3
Αντώνυμα
ασυνήθιστος
ασυνήθης
ασυνήθιστο
3
Ορισμός
που ακολουθεί τους κανόνες ή τις συμβάσεις
που χαρακτηρίζεται από τυπικότητα ή τυποκρατία
που αντιστοιχεί σε ένα πρότυπο ή μοντέλο
3
Παραδείγματα
Ο τυπικός τρόπος συμπεριφοράς σε μια επίσημη εκδήλωση είναι να είσαι ευγενικός.
Η τυπική διαδικασία υποβολής αιτήσεων απαιτεί την παράδοση συγκεκριμένων εγγράφων.
2