1. Λέξη
    τυπικός (επίθετο) - (παρόμοια: τυπικότητα - τοπικός - τροπικός - επικός)
  2. Συνώνυμα
    • συμβατικός
    • συνηθισμένος
    • κανονικός
    3
  3. Αντώνυμα
    • ασυνήθιστος
    • ασυνήθης
    • ασυνήθιστο
    3
  4. Ορισμός
    • που ακολουθεί τους κανόνες ή τις συμβάσεις
    • που χαρακτηρίζεται από τυπικότητα ή τυποκρατία
    • που αντιστοιχεί σε ένα πρότυπο ή μοντέλο
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο τυπικός τρόπος συμπεριφοράς σε μια επίσημη εκδήλωση είναι να είσαι ευγενικός.
    • Η τυπική διαδικασία υποβολής αιτήσεων απαιτεί την παράδοση συγκεκριμένων εγγράφων.
    2