Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
υπέροχο (επίθετο) - (παρόμοια:
υπέροχος
-
υπέροχα
)
Συνώνυμα
εξαιρετικό
θαυμάσιο
φανταστικό
εξωπραγματικό
μαγικό
5
Αντώνυμα
άθλιο
κακό
απαίσιο
συνηθισμένο
μέτριο
5
Ορισμός
Πολύ καλό, που ξεχωρίζει για τη θετική του ποιότητα ή την ομορφιά του.
Κάτι που προκαλεί θαυμασμό ή ενθουσιασμό λόγω της αξίας ή της εντυπωσιακής του εμφάνισης.
2
Παραδείγματα
Το ταξίδι μας στην Ελλάδα ήταν υπέροχο.
Έχεις ένα υπέροχο σπίτι!
2