1. Λέξη
    υπέροχο (επίθετο) - (παρόμοια: υπέροχος - υπέροχα)
  2. Συνώνυμα
    • εξαιρετικό
    • θαυμάσιο
    • φανταστικό
    • εξωπραγματικό
    • μαγικό
    5
  3. Αντώνυμα
    • άθλιο
    • κακό
    • απαίσιο
    • συνηθισμένο
    • μέτριο
    5
  4. Ορισμός
    • Πολύ καλό, που ξεχωρίζει για τη θετική του ποιότητα ή την ομορφιά του.
    • Κάτι που προκαλεί θαυμασμό ή ενθουσιασμό λόγω της αξίας ή της εντυπωσιακής του εμφάνισης.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το ταξίδι μας στην Ελλάδα ήταν υπέροχο.
    • Έχεις ένα υπέροχο σπίτι!
    2