1. Λέξη
    υπολογίζω (ρήμα) - (παρόμοια: υπολογισμός - υπολογιστής)
  2. Συνώνυμα
    • υπολογίζω
    • υπολογίζω
    • εκτιμώ
    • υπολογίζω
    4
  3. Αντώνυμα
    • αγνοώ
    • παραβλέπω
    • αμελώ
    3
  4. Ορισμός
    • Κάνω μαθηματικούς υπολογισμούς για να βρω ένα αποτέλεσμα.
    • Εκτιμώ ή προβλέπω κάτι με βάση διαθέσιμα δεδομένα.
    • Σκέφτομαι ή σχεδιάζω κάτι προσεκτικά.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Πρέπει να υπολογίσεις τα έξοδα του ταξιδιού πριν φύγεις.
    • Ο μετεωρολόγος υπολογίζει ότι θα βρέξει αύριο.
    • Υπολόγισε καλά τις κινήσεις του πριν αποφασίσεις.
    3