1. Λέξη
    φωτεινός (επίθετο) - (παρόμοια: φωτεινή - φαεινός - σκοτεινός)
  2. Συνώνυμα
    • λαμπρός
    • φωτεινός
    • αστραφτερός
    3
  3. Αντώνυμα
    • σκοτεινός
    • μαυρισμένος
    • σκοτάδι
    3
  4. Ορισμός
    • που εκπέμπει ή αντανακλά φως
    • που χαρακτηρίζεται από έντονο φωτισμό
    • που είναι γεμάτος φως
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο ήλιος κάνει τον ουρανό φωτεινό.
    • Η φωτεινή αίθουσα ήταν γεμάτη με χαμόγελο.
    • Ένα φωτεινό μέλλον μας περιμένει.
    3