Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χάσουμε (ρήμα) - (παρόμοια:
φτάσουμε
-
γεράσουμε
-
ανεβάσουμε
)
Συνώνυμα
χάνομαι
εξαφανίζομαι
σβήνω
3
Αντώνυμα
εμφανίζομαι
βρίσκομαι
υπάρχω
3
Ορισμός
Να παύσω να είμαι ορατός ή να υπάρχω σε ένα συγκεκριμένο μέρος.
Να χάσω την ύπαρξή μου ή την ταυτότητά μου.
2
Παραδείγματα
Μην χάσεις την ευκαιρία να ταξιδέψεις.
Ο ήλιος χάθηκε πίσω από τα σύννεφα.
2