Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χαρούμενη (επίθετο) - (παρόμοια:
χαρούμενος
-
χαρούλα
-
ηγούμενη
)
Συνώνυμα
ευτυχισμένη
περιχαρής
αισιόδοξη
3
Αντώνυμα
θλιμμένη
δυστυχισμένη
μελαγχολική
3
Ορισμός
που εκφράζει ή νιώθει χαρά
που χαίρεται ή είναι ικανοποιημένη
που προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα
3
Παραδείγματα
Η χαρούμενη γυναίκα γέλασε δυνατά.
Μια χαρούμενη είδηση μας έφερε ο ταχυδρόμος.
Ήταν χαρούμενη με τα αποτελέσματα των εξετάσεων της.
3