1. Λέξη
    χορήγηση (ουσιαστικό) - (παρόμοια: επιχορήγηση)
  2. Συνώνυμα
    • παροχή
    • προμήθεια
    • χάριση
    3
  3. Αντώνυμα
    • απόσυρση
    • αφαίρεση
    • άρνηση
    3
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια του να δίνεις κάτι σε κάποιον, ειδικά χρήματα ή πόρους.
    • Η διαδικασία παροχής επίσημης άδειας ή εξουσιοδότησης.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η χορήγηση δανείου από την τράπεζα βοήθησε την επιχείρηση να αναπτυχθεί.
    • Η χορήγηση άδειας οδήγησης απαιτεί επιτυχή εξέταση.
    2