Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
άχρηστος (επίθετο) - (παρόμοια:
άπληστος
)
Συνώνυμα
άχρηστος
άχρηστος
άχρηστος
3
Αντώνυμα
χρήσιμος
απαραίτητος
αναγκαίος
3
Ορισμός
Που δεν έχει χρησιμότητα ή δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
Που δεν προσφέρει κανένα όφελος ή δεν έχει καμία αξία.
2
Παραδείγματα
Αυτή η παλιά συσκευή είναι πλέον άχρηστη.
Οι πληροφορίες που μας έδωσε ήταν τελείως άχρηστες.
2