1. Λέξη
    άχρηστος (επίθετο) - (παρόμοια: άπληστος)
  2. Συνώνυμα
    • άχρηστος
    • άχρηστος
    • άχρηστος
    3
  3. Αντώνυμα
    • χρήσιμος
    • απαραίτητος
    • αναγκαίος
    3
  4. Ορισμός
    • Που δεν έχει χρησιμότητα ή δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
    • Που δεν προσφέρει κανένα όφελος ή δεν έχει καμία αξία.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Αυτή η παλιά συσκευή είναι πλέον άχρηστη.
    • Οι πληροφορίες που μας έδωσε ήταν τελείως άχρηστες.
    2