1. Λέξη
    έλεγχος (ουσιαστικό) - (παρόμοια: αυτοέλεγχος - έλεος)
  2. Συνώνυμα
    • επιθεώρηση
    • εξέταση
    • έρευνα
    3
  3. Αντώνυμα
    • αμέλεια
    • παράλειψη
    2
  4. Ορισμός
    • Η διαδικασία ή η ενέργεια της εξέτασης ή της επιθεώρησης κάποιου πράγματος ή κατάστασης για να διαπιστωθεί η ορθότητα, η ακρίβεια ή η συμμόρφωση με ορισμένους κανόνες ή πρότυπα.
    • Η επίσημη εξέταση των λογαριασμών μιας επιχείρησης ή οργανισμού για να διαπιστωθεί η οικονομική τους κατάσταση.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο έλεγχος των εγγράφων έγινε προσεκτικά για να εξασφαλιστεί η ακρίβεια τους.
    • Η εταιρεία υποβλήθηκε σε έλεγχο από τους ελεγκτές για να διαπιστωθεί η οικονομική της υγεία.
    2