Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αγκαλιάσω (ρήμα) - (παρόμοια:
αγκαλιά
-
αγκαλιάζω
-
αγκαλιάζομαι
)
Συνώνυμα
αγκαλιάζω
περιπλέκομαι
σφίγγω
3
Αντώνυμα
απομακρύνω
αποχωρώ
ξεκολλάω
3
Ορισμός
Να κρατάω κάποιον ή κάτι σφιχτά στα χέρια μου, εκφράζοντας στοργή, αγάπη ή παρηγοριά.
Να περιβάλλω κάποιον με τα χέρια μου, δείχνοντας συμπάθεια ή αγάπη.
2
Παραδείγματα
Θα αγκαλιάσω τη μητέρα μου όταν τη δω μετά από τόσο καιρό.
Ο πατέρας αγκάλιασε το παιδί του όταν έφτασε στο τέρμα του αγώνα.
2