Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αγωγός (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αεραγωγός
-
αγωγή
-
παραγωγός
)
Συνώνυμα
οδηγός
καθοδηγητής
ηγέτης
3
Αντώνυμα
ακόλουθος
υποτακτικός
2
Ορισμός
Πρόσωπο που καθοδηγεί, οδηγεί ή διευθύνει μια ομάδα ή μια διαδικασία.
Σωλήνας ή κανάλι που μεταφέρει υγρά, αέρια ή ηλεκτρικό ρεύμα.
Στο μουσικό όργανο, το τμήμα που κατευθύνει τον ήχο.
3
Παραδείγματα
Ο αγωγός της ομάδας έδωσε οδηγίες για την επίτευξη του στόχου.
Ο αγωγός νερού χρειάστηκε επισκευή μετά τη ρήξη.
Ο αγωγός του πιάνου βοηθά στη δημιουργία του επιθυμητού ηχητικού αποτελέσματος.
3