1. Λέξη
    αγωγός (ουσιαστικό) - (παρόμοια: αεραγωγός - αγωγή - παραγωγός)
  2. Συνώνυμα
    • οδηγός
    • καθοδηγητής
    • ηγέτης
    3
  3. Αντώνυμα
    • ακόλουθος
    • υποτακτικός
    2
  4. Ορισμός
    • Πρόσωπο που καθοδηγεί, οδηγεί ή διευθύνει μια ομάδα ή μια διαδικασία.
    • Σωλήνας ή κανάλι που μεταφέρει υγρά, αέρια ή ηλεκτρικό ρεύμα.
    • Στο μουσικό όργανο, το τμήμα που κατευθύνει τον ήχο.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο αγωγός της ομάδας έδωσε οδηγίες για την επίτευξη του στόχου.
    • Ο αγωγός νερού χρειάστηκε επισκευή μετά τη ρήξη.
    • Ο αγωγός του πιάνου βοηθά στη δημιουργία του επιθυμητού ηχητικού αποτελέσματος.
    3