Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αγωνιστής (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
ανταγωνιστής
-
αγωνιστώ
-
πρωταγωνιστής
-
αγωνιστικός
-
ανταγωνιστώ
-
ξενιστής
)
Συνώνυμα
μαχητής
πολεμιστής
αθλητής
3
Αντώνυμα
ειρηνιστής
παθητικός
2
Ορισμός
Άτομο που συμμετέχει σε αγώνα ή μάχη.
Άτομο που αγωνίζεται για έναν σκοπό ή ιδέα.
Αθλητής που συμμετέχει σε αθλητικούς αγώνες.
3
Παραδείγματα
Ο αγωνιστής προετοιμάστηκε για τον μεγάλο αγώνα.
Ήταν γνωστός ως αγωνιστής για τα δικαιώματα των ζώων.
Οι αγωνιστές έδειξαν μεγάλη προσπάθεια κατά τη διάρκεια του αγώνα.
3