1. Λέξη
    αλλάζουμε (ρήμα) - (παρόμοια: αλλάζω - αλλά)
  2. Συνώνυμα
    • μεταβάλλουμε
    • ανανεώνουμε
    • τροποποιούμε
    3
  3. Αντώνυμα
    • παραμένουμε
    • σταθεροποιούμε
    • διατηρούμε
    3
  4. Ορισμός
    • Κάνουμε κάτι διαφορετικό από αυτό που ήταν πριν.
    • Αλλάζουμε την κατάσταση ή τη μορφή κάποιου πράγματος.
    • Εναλλάσσουμε ή αντικαθιστούμε κάτι με κάτι άλλο.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Αλλάζουμε τα έπιπλα του σαλονιού για να φαίνεται πιο μοντέρνο.
    • Κάθε χρόνο αλλάζουμε τα παπούτσια μας επειδή φθείρονται.
    • Αν αλλάξουμε τη διαδρομή, ίσως φτάσουμε πιο γρήγορα.
    3