Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αλλάζουμε (ρήμα) - (παρόμοια:
αλλάζω
-
αλλά
)
Συνώνυμα
μεταβάλλουμε
ανανεώνουμε
τροποποιούμε
3
Αντώνυμα
παραμένουμε
σταθεροποιούμε
διατηρούμε
3
Ορισμός
Κάνουμε κάτι διαφορετικό από αυτό που ήταν πριν.
Αλλάζουμε την κατάσταση ή τη μορφή κάποιου πράγματος.
Εναλλάσσουμε ή αντικαθιστούμε κάτι με κάτι άλλο.
3
Παραδείγματα
Αλλάζουμε τα έπιπλα του σαλονιού για να φαίνεται πιο μοντέρνο.
Κάθε χρόνο αλλάζουμε τα παπούτσια μας επειδή φθείρονται.
Αν αλλάξουμε τη διαδρομή, ίσως φτάσουμε πιο γρήγορα.
3