Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αναξιόπιστος (επίθετο) - (παρόμοια:
αξιόπιστος
)
Συνώνυμα
αμφίβολος
ασυνείδητος
ψεύτικος
απατηλός
4
Αντώνυμα
αξιόπιστος
έμπιστος
ειλικρινής
πιστός
4
Ορισμός
Που δεν μπορεί να εμπιστευτεί κανείς ή δεν είναι αξιόπιστος.
Που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη ή δεν είναι αληθινός.
2
Παραδείγματα
Ο αναξιόπιστος μάρτυρας έδωσε ψευδείς πληροφορίες.
Η αναξιόπιστη πηγή δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την έρευνα.
2