1. Λέξη
    ανιψιός (ουσιαστικό) - (παρόμοια: ανιψιά)
  2. Συνώνυμα
    • ανεψιός
    • ξάδερφος
    2
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • Ο γιος του αδελφού ή της αδελφής κάποιου.
    • Ο γιος του ξαδέλφου ή της ξαδέλφης κάποιου.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο ανιψιός μου έρχεται για διακοπές το καλοκαίρι.
    • Η Μαρία είναι πολύ περήφανη για τον ανιψιό της που πέρασε στο πανεπιστήμιο.
    2