Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αντίκα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αντίο
-
αντίκειμαι
-
αντίκτυπος
)
Συνώνυμα
αντίπαλος
ανταγωνιστής
εχθρός
3
Αντώνυμα
φίλος
σύμμαχος
υποστηρικτής
3
Ορισμός
Πρόσωπο ή ομάδα που αντιτίθεται σε κάποιον άλλον σε μια διαμάχη ή ανταγωνισμό.
Πρόσωπο ή πράγμα που έχει αντίθετες ιδιότητες ή χαρακτηριστικά με κάποιο άλλο.
2
Παραδείγματα
Ο αντίκας του στην πολιτική ήταν πολύ δυνατός.
Η αντίκα του καλού είναι το κακό.
2