Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αντιπερισπασμός (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
περισπασμός
)
Συνώνυμα
αποσπάσματα
αποσπορά
περισπασμός
3
Αντώνυμα
συγκέντρωση
εστίαση
2
Ορισμός
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αντιπερισπώ, δηλαδή της απόσπασης της προσοχής από κάτι.
Κάτι που αποσπά την προσοχή από το κύριο θέμα ή σκοπό.
2
Παραδείγματα
Ο θόρυβος στο δωμάτιο ήταν ένας αντιπερισπασμός που τον εμπόδιζε να συγκεντρωθεί.
Η συζήτηση για τα ταξίδια ήταν ένας αντιπερισπασμός από το πραγματικό θέμα της συνάντησης.
2