1. Λέξη
    αξιοπρεπές (επίθετο) - (παρόμοια: αξιοπρεπώς - αξιοπρεπής - αξιοπρέπεια)
  2. Συνώνυμα
    • ευπρεπές
    • κομψό
    • κατάλληλο
    3
  3. Αντώνυμα
    • απρεπές
    • αγενές
    • ακατάλληλο
    3
  4. Ορισμός
    • Που είναι κατάλληλο και ευγενές στη συμπεριφορά ή στην εμφάνιση.
    • Που ανταποκρίνεται στα πρότυπα της κοινωνικής δεοντολογίας.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η αξιοπρεπής συμπεριφορά του επισκέπτη εντυπωσίασε τους πάντες.
    • Φόρεσε ένα αξιοπρεπές ρούχο για την επίσημη δεξίωση.
    2