1. Λέξη
    αξιοπρέπεια (ουσιαστικό) - (παρόμοια: ευπρέπεια - μεγαλοπρέπεια - αξιοπρεπώς - αξιοπρεπής - αξιοπρεπές)
  2. Συνώνυμα
    • τιμή
    • προσωπικότητα
    • αξιοσύνη
    3
  3. Αντώνυμα
    • ατίμωση
    • ταπείνωση
    • αξιοπρέπεια
    3
  4. Ορισμός
    • Η ιδιότητα του να συμπεριφέρεται κανείς με τρόπο που δείχνει σεβασμό προς τον εαυτό του και τους άλλους.
    • Η ποιότητα του να είναι κάποιος άξιος σεβασμού και εκτίμησης.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η αξιοπρέπεια είναι ένα σημαντικό στοιχείο της ανθρώπινης υπόστασης.
    • Προσπάθησε να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές.
    2