Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
απαίσιος (επίθετο) - (παρόμοια:
απαίσιο
-
αίσιος
-
εξαίσιος
-
ίσιος
)
Συνώνυμα
φρικτός
τρομερός
αισχρός
3
Αντώνυμα
υπέροχος
θαυμάσιος
εξαιρετικός
3
Ορισμός
Πολύ κακός, ανυπόφορος ή δυσάρεστος.
Αυτός που προκαλεί αποστροφή ή φόβο.
2
Παραδείγματα
Η ταινία ήταν απαίσια, δεν την πρότεινα σε κανέναν.
Ο καιρός ήταν απαίσιος, με συνεχείς βροχές και κρύο.
2