Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
εξαίσιος (επίθετο) - (παρόμοια:
αίσιος
-
απαίσιος
-
ίσιος
-
εξαίρετος
)
Συνώνυμα
υπέροχος
θαυμάσιος
εξαιρετικός
εξόχος
καταπληκτικός
5
Αντώνυμα
κακός
άθλιος
απαίσιος
μέτριος
χάλια
5
Ορισμός
Πολύ καλός, που ξεχωρίζει για την υψηλή ποιότητα ή την αξία του.
Εξαιρετικός, που υπερβαίνει τα συνηθισμένα όρια ή προσδοκίες.
Αξιοθαύμαστος, που προκαλεί θαυμασμό λόγω της υπεροχής του.
3
Παραδείγματα
Ο καιρός ήταν εξαίσιος, με καθαρό ουρανό και ζεστή ηλιοφάνεια.
Η απόδοσή της στο θεατρικό έργο ήταν πραγματικά εξαίσια.
Ένα εξαίσιο δείπνο μας ετοίμασε, με πιάτα γεμάτα γεύση και ποιότητα.
3