Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
απόκριες (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
απόκριση
-
απόκρυψη
-
απόκρουση
)
Συνώνυμα
μασκαρεμένοι
μασκαράδες
καμωμένοι
3
Αντώνυμα
αποκαμωμένοι
απομασκαρεμένοι
2
Ορισμός
Εκδηλώσεις και γιορτές κατά τη διάρκεια της Αποκριάς, όπου οι συμμετέχοντες φορούν κοστούμια και μάσκες.
Η περίοδος πριν από τη Μεγάλη Σαρακοστή, κατά την οποία λαμβάνουν χώρα διάφορες γιορτές και εορταστικές εκδηλώσεις.
2
Παραδείγματα
Φέτος οι απόκριες θα γίνουν με μεγάλη πομπή και χρώματα.
Τα παιδιά ετοιμάζονται με ενθουσιασμό για τις απόκριες, επιλέγοντας τα κοστούμια τους.
2