1. Λέξη
    απόλυτος (επίθετο) - (παρόμοια: απόλυτα - απόλυτη - απόλυση - απόρρητος - απόφοιτος)
  2. Συνώνυμα
    • τελειότατος
    • αδιαμφισβήτητος
    • αμετάβλητος
    3
  3. Αντώνυμα
    • σχετικός
    • υποθετικός
    • προσωρινός
    3
  4. Ορισμός
    • Που δεν υπόκειται σε περιορισμούς ή εξαιρέσεις.
    • Που χαρακτηρίζεται από απόλυτη βεβαιότητα ή ακρίβεια.
    • Που δεν εξαρτάται από εξωτερικούς παράγοντες.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η απόλυτη αλήθεια είναι δύσκολο να βρεθεί.
    • Έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στις ικανότητές του.
    • Η απόλυτη ησυχία επικρατούσε στο δωμάτιο.
    3