Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αυθεντία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
αυθεντικός
-
αυθεντικότητα
)
Συνώνυμα
εξουσία
επιρροή
κύρος
ιδιοκτησία
4
Αντώνυμα
υποταγή
εξάρτηση
αδυναμία
3
Ορισμός
Η ιδιότητα του να έχεις την εξουσία ή το δικαίωμα να δίνεις εντολές, να παίρνεις αποφάσεις και να επιβάλλεις την υπακοή.
Η ιδιότητα του να θεωρείσαι έμπιστος ή αξιόπιστος σε ένα συγκεκριμένο θέμα.
2
Παραδείγματα
Ο δάσκαλος έχει αυθεντία στην τάξη του.
Το βιβλίο του έχει μεγάλη αυθεντία στον τομέα της ιστορίας.
2