1. Λέξη
    αυτοκρατορικός (επίθετο) - (παρόμοια: αυτοκρατορία - αυτοκινητικός - αριστοκρατικός)
  2. Συνώνυμα
    • βασιλικός
    • αυθεντικός
    • μεγαλειώδης
    3
  3. Αντώνυμα
    • ταπεινός
    • ασήμαντος
    • δημοκρατικός
    3
  4. Ορισμός
    • που σχετίζεται με αυτοκράτορα ή αυτοκρατορία
    • που χαρακτηρίζεται από μεγαλοπρέπεια και επιβλητικότητα
    • που έχει απόλυτη εξουσία ή έλεγχο
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η αυτοκρατορική πομπή του βασιλιά εντυπωσίασε όλους τους παρευρισκόμενους.
    • Ο αυτοκρατορικός θησαυρός περιείχε αμέτρητα πολύτιμα αντικείμενα.
    • Η αυτοκρατορική του συμπεριφορά τον έκανε αντιπαθή στους υπηκόους του.
    3