Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αυτονόητος (επίθετο) - (παρόμοια:
ανόητος
-
αδιανόητος
)
Συνώνυμα
προφανής
σαφής
εύκολος
3
Αντώνυμα
δύσκολος
ασαφής
περίπλοκος
3
Ορισμός
Που είναι τόσο ξεκάθαρος ώστε να μην χρειάζεται εξήγηση.
Που γίνεται κατανοητός χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια.
2
Παραδείγματα
Είναι αυτονόητο ότι αν δεν διαβάσεις, δεν θα περάσεις τις εξετάσεις.
Η απάντηση ήταν τόσο αυτονόητη που κανείς δεν την έδωσε σημασία.
2