Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αυτοσυγκράτηση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
συγκράτηση
-
αυτοσυγκέντρωση
-
κράτηση
)
Συνώνυμα
εγκράτεια
προσοχή
συγκράτηση
3
Αντώνυμα
απροσεξία
αμέλεια
ασυγκράτητα
3
Ορισμός
Η ικανότητα να ελέγχει κανείς τα συναισθήματα και τις ορμές του.
Η πρακτική της αυτοπειθαρχίας και της αυτοελέγχου.
2
Παραδείγματα
Η αυτοσυγκράτηση είναι απαραίτητη για να επιτύχει κανείς τους μακροπρόθεσμους στόχους του.
Χρειάστηκε μεγάλη αυτοσυγκράτηση για να μην αντιδράσει έντονα στην πρόκληση.
2