1. Λέξη
    αυτοσυγκράτηση (ουσιαστικό) - (παρόμοια: συγκράτηση - αυτοσυγκέντρωση - κράτηση)
  2. Συνώνυμα
    • εγκράτεια
    • προσοχή
    • συγκράτηση
    3
  3. Αντώνυμα
    • απροσεξία
    • αμέλεια
    • ασυγκράτητα
    3
  4. Ορισμός
    • Η ικανότητα να ελέγχει κανείς τα συναισθήματα και τις ορμές του.
    • Η πρακτική της αυτοπειθαρχίας και της αυτοελέγχου.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η αυτοσυγκράτηση είναι απαραίτητη για να επιτύχει κανείς τους μακροπρόθεσμους στόχους του.
    • Χρειάστηκε μεγάλη αυτοσυγκράτηση για να μην αντιδράσει έντονα στην πρόκληση.
    2