Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αυτοσχεδιάζω (ρήμα) - (παρόμοια:
αυτοσχεδιασμός
-
σχεδιάζω
)
Συνώνυμα
αυτοσχεδιάζω
αυτοσχεδιάζω
αυτοσχεδιάζω
3
Αντώνυμα
σχεδιάζω
προγραμματίζω
οργανώνω
3
Ορισμός
Να κάνω κάτι χωρίς προηγούμενη προετοιμασία ή σχέδιο.
Να δημιουργώ ή να εκτελώ κάτι αυθόρμητα, χωρίς προηγούμενη σκέψη.
2
Παραδείγματα
Ο ηθοποιός έπρεπε να αυτοσχεδιάσει επειδή ξέχασε τα λόγια του.
Στο πάρτι, ο μουσικός άρχισε να αυτοσχεδιάζει με το πιάνο.
2