Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αόρατος (επίθετο) - (παρόμοια:
αόριστος
)
Συνώνυμα
αθέατος
αφανής
αόρατος
3
Αντώνυμα
ορατός
φανερός
εμφανής
3
Ορισμός
Που δεν μπορεί να γίνει αντιληπτός με την όραση.
Που δεν είναι εμφανής ή εύκολα αντιληπτός.
2
Παραδείγματα
Το αόρατο νήμα της μοίρας τους ένωσε.
Οι αόρατες δυνάμεις της φύσης μερικές φορές είναι οι πιο ισχυρές.
2