Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
βαρύτητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
βαρβαρότητα
-
βαρύς
)
Συνώνυμα
βαρύτητα
σοβαρότητα
ένταση
3
Αντώνυμα
ελαφρότητα
ανοησία
ασήμαντο
3
Ορισμός
Η ιδιότητα του να είναι κάτι βαρύ, είτε σε φυσική είτε σε μεταφορική έννοια.
Η φυσική δύναμη που προκαλεί την έλξη των σωμάτων προς το κέντρο της Γης.
Η σημασία ή η σοβαρότητα μιας κατάστασης ή ενός γεγονότος.
3
Παραδείγματα
Η βαρύτητα της κατάστασης έκανε όλους να αισθάνονται ανήσυχοι.
Η βαρύτητα είναι μια θεμελιώδης δύναμη στη φύση που επηρεάζει όλα τα σώματα.
Η βαρύτητα των αποφάσεών του επηρέασε τη ζωή πολλών ανθρώπων.
3