1. Λέξη
    βιογραφικό (ουσιαστικό) - (παρόμοια: βιογραφία - τυπογραφικό - ολογραφικός)
  2. Συνώνυμα
    • ιστορικό
    • προσωπικό ιστορικό
    • βιογραφία
    3
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • Μια γραπτή περιγραφή της ζωής και των επιτευγμάτων ενός ατόμου.
    • Έγγραφο που περιέχει πληροφορίες σχετικά με την εκπαίδευση, την εργασιακή εμπειρία και άλλες σχετικές πληροφορίες ενός ατόμου, που χρησιμοποιείται συνήθως κατά την αίτηση για εργασία.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Έστειλα το βιογραφικό μου σε πολλές εταιρείες με την ελπίδα να βρω δουλειά.
    • Το βιογραφικό του περιλάμβανε όλη την επαγγελματική του πορεία.
    2