Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
βιομηχανικός (επίθετο) - (παρόμοια:
μηχανικός
-
βιομηχανία
-
αρχιμηχανικός
)
Συνώνυμα
βιομηχανικός
εργοστασιακός
βιοτεχνικός
3
Αντώνυμα
αγροτικός
χειροτεχνικός
παραδοσιακός
3
Ορισμός
Σχετικός με τη βιομηχανία ή τις βιομηχανικές διαδικασίες.
Που αφορά την παραγωγή αγαθών σε μεγάλη κλίμακα με τη χρήση μηχανημάτων και τεχνολογίας.
2
Παραδείγματα
Ο βιομηχανικός τομέας της οικονομίας έχει μεγάλη σημασία για την ανάπτυξη μιας χώρας.
Η βιομηχανική επανάσταση άλλαξε ριζικά τον τρόπο παραγωγής αγαθών.
2