Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
γνώρισες (ρήμα) - (παρόμοια:
γνώρισμα
-
γνώριμος
)
Συνώνυμα
έμαθες
αντιλήφθηκες
κατάλαβες
3
Αντώνυμα
αγνόησες
παρέβλεψες
αγνόησες
3
Ορισμός
Κατάλαβες ή έμαθες κάτι.
Αντιλήφθηκες την ύπαρξη ή τη φύση κάποιου ή κάτι.
2
Παραδείγματα
Τον γνώρισες από τη φωνή του;
Γνώρισες ότι έπρεπε να φύγεις νωρίς.
2