1. Λέξη
    γνώρισμα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: γνώρισες - γύρισμα - γνώριμος)
  2. Συνώνυμα
    • χαρακτηριστικό
    • ιδιότητα
    • στοιχείο
    3
  3. Αντώνυμα
    • απουσία
    • έλλειψη
    2
  4. Ορισμός
    • Κάτι που διακρίνει ή χαρακτηρίζει ένα πρόσωπο, ένα αντικείμενο ή μια κατάσταση.
    • Ένα στοιχείο που βοηθά στην αναγνώριση ή στην περιγραφή κάποιου ή κάτι.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το γνώρισμα της ειλικρίνειας είναι σημαντικό στις ανθρώπινες σχέσεις.
    • Ένα βασικό γνώρισμα αυτού του είδους είναι η ανθεκτικότητά του.
    2