Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
διάβολος (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
διάολος
-
άβολος
-
διάβα
)
Συνώνυμα
σατανάς
εχθρός
κακός
3
Αντώνυμα
άγγελος
φίλος
καλός
3
Ορισμός
Ο δαιμονικός χαρακτήρας που αντιπροσωπεύει το κακό στη χριστιανική θεολογία.
Μεταφορικά, ένα άτομο που θεωρείται κακό ή επιβλαβές.
2
Παραδείγματα
Ο διάβολος συχνά απεικονίζεται με κέρατα και ουρά.
Μην τον εμπιστεύεσαι, είναι πραγματικός διάβολος.
2