Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
διάκριση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
διάσειση
-
ανάκριση
)
Συνώνυμα
διαχωρισμός
διαφοροποίηση
ξεχώρισμα
3
Αντώνυμα
σύγχυση
ανακάτεμα
ομογενοποίηση
3
Ορισμός
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του διακρίνω, δηλαδή του ξεχωρίζω ή διαφοροποιώ κάτι από κάτι άλλο.
Η ικανότητα να κρίνει κανείς σωστά και να επιλέγει με σύνεση.
Η ιδιότητα του να φέρεται κανείς με ευγένεια και σεβασμό.
3
Παραδείγματα
Η διάκριση μεταξύ των δύο εννοιών είναι σημαντική για την κατανόηση του κειμένου.
Έδειξε μεγάλη διάκριση στην επικοινωνία του με τους πελάτες.
Η διάκριση των χρωμάτων είναι απαραίτητη σε πολλές τέχνες.
3