Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
δράσω (ρήμα) - (παρόμοια:
δράση
-
δράστης
-
αποδράσω
)
Συνώνυμα
ενεργώ
πράττω
εκτελώ
3
Αντώνυμα
αδρανώ
αμέλγω
2
Ορισμός
Να κάνω κάτι, να πραγματοποιήσω μια ενέργεια.
Να λειτουργήσω με συγκεκριμένο τρόπο.
2
Παραδείγματα
Θα δράσω γρήγορα για να λύσω το πρόβλημα.
Ο φίλος μου υποσχέθηκε ότι θα δράσει αμέσως.
2