Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
δυτική (επίθετο) - (παρόμοια:
δυτικό
-
δυτικός
)
Συνώνυμα
δυτικός
δυτικώτατος
δυτικευρωπαϊκός
3
Αντώνυμα
ανατολικός
ανατολικώτατος
2
Ορισμός
που ανήκει ή σχετίζεται με τη δύση
που βρίσκεται προς τη δύση
που χαρακτηρίζει τον πολιτισμό ή τις χώρες της Δύσης
3
Παραδείγματα
Η δυτική ακτή της Ελλάδας είναι πολύ δημοφιλής στους τουρίστες.
Οι δυτικές χώρες έχουν διαφορετικές πολιτιστικές παραδόσεις από τις ανατολικές.
2