Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
δυτικό (επίθετο) - (παρόμοια:
δυτικός
-
δυτική
)
Συνώνυμα
δυτικός
δυτικώτατος
2
Αντώνυμα
ανατολικός
ανατολικώτατος
2
Ορισμός
Που σχετίζεται με τη δύση ή βρίσκεται προς τη δύση.
Που ανήκει ή χαρακτηρίζει τις χώρες της Δύσης, ιδίως της Ευρώπης και της Αμερικής.
2
Παραδείγματα
Η δυτική ακτή της χώρας είναι πολύ δημοφιλής στους τουρίστες.
Οι δυτικές αξίες επηρέασαν πολύ τον πολιτισμό μας.
2