1. Λέξη
    εκδικητής (ουσιαστικό) - (παρόμοια: διεκδικητής - εκδικητικός - εκδικηθώ - νικητής)
  2. Συνώνυμα
    • τιμωρός
    • αμυντής
    • ανταποδότης
    3
  3. Αντώνυμα
    • συγγνώμων
    • συμβιβαστής
    • επιεικής
    3
  4. Ορισμός
    • Πρόσωπο που εκδικείται κάποιον για μια αδικία ή προσβολή.
    • Αυτός που επιδιώκει να τιμωρήσει κάποιον ως αντίποινα για μια πράξη.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο εκδικητής σχεδίαζε την εκδίκησή του για χρόνια.
    • Στην ταινία, ο κύριος χαρακτήρας είναι ένας εκδικητής που ψάχνει δικαιοσύνη.
    2